Η ψήφιση των προαπαιτούμενων από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ και η υποθήκευση της χώρας με το υπερταμείο -χρονικής διάρκειας ενός αιώνα στο οποίο εντάσσεται ολόκληρη η περιουσία του Δημοσίου- και τον «αυτόματο δημοσιονομικό κόφτη» που παρακάμπτει ελληνική Βουλή και κυβέρνηση, σηματοδοτούν το τέλος των ψευδαισθήσεων και την είσοδό μας σε μια νέα εποχή! Του Γεωργίου Παπασίμου, δικηγόρου (Twitter: @PapasimosG, https://www.facebook.com/gpapasimos)
Συνοπτικά, η ανάπτυξη ενός ιδιόρρυθμου τοπικού καπιταλισμού γύρω από μια «παρασιτική» οικονομική ολιγαρχία, η δόμηση και η λειτουργία του ελληνικού κράτους από τη μεταπολίτευση, επάνω στις «αρχές» της διαπλοκής, των πελατειακών σχέσεων και της γραφειοκρατίας, γέννησε, συντήρησε (αλλά και ανανεώθηκε από αυτή), μια πολιτική κάστα που έλεγχε την εξουσία και μοίραζε τον πλούτο και μια ελάσσονα αντιπολίτευση που έζησε βαθιά βουτηγμένη στην αλαζονεία, στην ιδεοληψία και την έλλειψη επαφής με την πραγματικότητα.
Κατοχυρωμένη πίσω από ασύλληπτες βεβαιότητες, έπαιζε τον εύκολο ρόλο του αντιπολιτευόμενου, αρνιόταν οποιαδήποτε εξέλιξη, αρνιόταν να συμβάλλει σε έναν δημιουργικό διάλογο προς όφελος της ελληνικής κοινωνίας, που θα απελευθέρωνε τις ανανεωτικές δυνάμεις του τόπου και θα οδηγούσε ή θα προετοίμαζε το έδαφος για καλύτερες ημέρες.
Δεκαετίες τώρα, «σνόμπαρε» τις μεταρρυθμίσεις (η κυρίαρχη Αριστερά και όχι ολόκληρη η Αριστερά) και οτιδήποτε θα μπορούσε να εκσυγχρονίσει τις απαρχαιωμένες δομές του ελληνικού κράτους –το κράτος πρόνοιας, τη Δημοκρατία, τη διαφάνεια. Απέρριπτε κάθε κοινωνικό μοντέλο που δεν υπάκουγε στην «αφηρημένη» διατύπωση «εμπρός για μια σοσιαλιστική κοινωνία», δεν επιχειρούσε ποτέ μια σε βάθος ανάλυση του ελληνικού προβλήματος.
Η επιφανειακή και δογματική προσέγγιση των προβλημάτων του κράτους από την Αριστερά δεν επέτρεψε την ανάπτυξη ενός συνειδητού σχεδίου μεταλλαγής της ελληνικής κοινωνίας, τη διαμόρφωση μιας ουσιαστικής εναλλακτικής λύσης, που θα έδινε απαντήσεις σε όλα τα επιμέρους ζητήματα: στο πώς θα μπορούσε η Ελλάδα να δημιουργήσει τις δικές της υποδομές, να στηριχτεί στις δικές της παραγωγικές δυνάμεις, να διαμορφώσει τις συνθήκες για μια άλλη περισσότερο ανθρώπινη, δημοκρατική και δίκαιη κοινωνία.
Η Αριστερά καλυμμένη πίσω από το πέπλο των «αντιμονοπωλιακών και αντικαπιταλιστικών δυνάμεων», είχε υφάνει το σενάριο των επεμβάσεων του ξένου παράγοντα και αδυνατούσε να αντιληφθεί πως το πρόβλημα ήταν πολύ πιο βαθύ και απαιτούσε πλήρη εγρήγορση, συνειδητότητα, οργάνωση, σχεδιασμό, μαζική κινητοποίηση, συμμαχίες.
Απαιτούσε ανάλυση και κινητοποίηση όλων των κοινωνικών δυνάμεων, μη εξαιρουμένων ασφαλώς των διανοουμένων.
Από τις ελάχιστες εξαιρέσεις ανθρώπων που έδειξαν να κατανοούν τη διάρθρωση του ελληνικού κράτους, ο Έλληνας φιλόσοφος Παναγιώτης Κονδύλης, ήδη από το 1992, είχε αναφερθεί στο «νόθο» ελληνικό περιφερειακό καπιταλιστικό σύστημα, στην «παρασιτική» οικονομική ολιγαρχία, στον ισχυρό και ανίκητο «πελατειασμό» και στην αδυναμία του πολιτικού προσωπικού, το οποίο μετατράπηκε σε «σάρκα εκ της σαρκός» του οικονομικού παρασιτισμού.
Το τέλος όμως των ψευδαισθήσεων έχει να κάνει και αφορά κυρίως την Αριστερά, μιας και η ανάληψη της εξουσίας από τον ΣΥΡΙΖΑ και η πλήρης μεταστροφή του, άλλαξαν αρκετά δεδομένα.
Για την πλειονότητα των Ελλήνων το γεγονός πως ο ΣΥΡΙΖΑ και ο Αλέξης Τσίπρας δεν κατάφεραν το παραμικρό απ’ όσα υποσχέθηκαν και με τις πολύμηνες διαπραγματεύσεις τους όχι μόνο δεν απέφεραν όφελος για τον ελληνικό λαό, αλλά τον φόρτωσαν με ένα ακόμη μεγαλύτερο φορτίο, σημάνει και το τέλος της ελπίδας για μια διαφορετική διακυβέρνηση.
Η ηττοπάθεια αποτελεί μια πτυχή μόνο της νέας ψυχολογίας που διαμορφώθηκε μετά την πλήρη υποταγή του κυβερνώντος κόμματος στα κελεύσματα της τρόικα. Από την άλλη πλευρά, η κόπωση από τις αντιμνημονιακές κινητοποιήσεις και η απογοήτευση γι’ αυτά που δεν έγιναν, διαμορφώνουν μια νέα πραγματικότητα με τις δικές της παραμέτρους.
Το πρόβλημα όμως, για τις προοδευτικές δυνάμεις το τόπου γίνεται ακόμη πιο οξύ, εξαιτίας της άγνοιας, των προκαταλήψεων και της συστηματικής παραπληροφόρησης της πλειονότητας των Ελλήνων. Για τους πολλούς ΣΥΡΙΖΑ σημαίνει Αριστερά, άρα η αποτυχία του χρεώνεται στην Αριστερά, δυστυχώς στο σύνολό της. Και είναι φυσικό, μιας και για δεκαετίες η ελληνική κοινωνία για διάφορους λόγους αδυνατούσε να διαχωρίσει τα κομμάτια της Αριστεράς, έστω κι αν οι διαφορές μεταξύ τους ήταν θεμελιώδεις («φιλοσοβιετικό» ΚΚΕ, ανανεωτική Αριστερά, λαϊκιστική Αριστερά, σοσιαλιστές, σοσιαλδημοκράτες κ.λπ.).Ένα μέρος του εκλογικού σώματος παρασυρμένο από την ευκολία ενός σχηματικού διαχωρισμού «δεξιοί- αριστεροί», παρασυρόταν εύκολα στον λαϊκισμό και αποτελούσε το εύκολο θύμα: γι’ αυτό «Αριστερά» σήμαινε κάτι ξένο προς την ιδιοσυγκρασία του.
Με λίγα λόγια, η αποτυχία του ΣΥΡΙΖΑ σε όλα τα επίπεδα, στην αντιπαράθεσή του με Ε.Ε., Ευρωπαϊκή Τράπεζα και ΔΝΤ, «χρέωσε» την Αριστερά στο στρατόπεδο των κυρίαρχων κομμάτων, που εκμεταλλεύονται κάθε μέσον –και την «αντί» ρητορική και την υπόσχεση- με μοναδικό σκοπό και στόχο να διαιωνίσουν την εξουσία τους ίδιον όφελος.
΄Εως τώρα «άσπιλη», δεν μπορούσε να χρεωθεί απλά τον «λαϊκισμό» της ή την έλλειψη ανάλυσης των ελληνικών προβλημάτων και σύνταξης ενός μακρόπνοου προγράμματος μετάλλαξης κράτους και κοινωνίας σε προοδευτική κατεύθυνση. Ο «πρότερος έντιμος βίος» της κάλυπτε τα κενά και τις ιδεοληψίες και έδινε μια κάποια ελπίδα, τόνωνε την όποια αισιοδοξία.
Τώρα όμως, μετά τις «παταγώδεις» διαψεύσεις, είναι πολύ πιθανό να ξεκινά μια νέα πολιτική περίοδος δύσκολη, ιστορική αλλά και ελπιδοφόρα, καθώς μέσα από τα συντρίμμια των ψευδαισθήσεων, μπορεί να αναδυθεί ένα νέο Πολιτικό Υποκείμενο, προοδευτικό, εθνικό, ρεαλιστικό, αμέτοχο σε όλο αυτό το σύστημα διαπλοκής, πελατειακών σχέσεων και παρασιτισμού, που μπορεί, με πλήρη συνείδηση, να αποτελέσει τη μοναδική εναλλακτική λύση-προοπτική.
No Replies to "Από το τέλος των ψευδαισθήσεων στην εποχή των παγετώνων;"