Οι αριστερές «ιδεοληψίες» και ο ρεαλισμός της κυβερνώσας Αριστεράς

Η αναγκαστική «βουτιά» στον αμείλικτο σκληρό πολιτικό ρεαλισμό της κυβέρνησης Κοινωνικής Σωτηρίας άλλαξε άρδην το πολιτικό σκηνικό και ανέδειξε πλήθος ιδεολογικών ζητημάτων σε όλο το φάσμα της ελληνικής Αριστεράς.

Του Γεωργίου Παπασίμου

Η παραδοχή ακόμη και υψηλόβαθμων στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ, που σήκωσαν το επικοινωνιακό βάρος προεκλογικά, πως δεν αξιολόγησαν σωστά το οικονομικό και «διεθνές» πλαίσιο, αφενός, αντικατοπτρίζει το «φτωχό» θεωρητικό επίπεδο της ελληνικής Αριστεράς και, αφετέρου, εγείρει ερωτήματα και προβληματίζει για το πώς συντάχθηκε το πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης.

Μια αναδρομή σε όσα, σχετικά με το εγχείρημα του ΣΥ.ΡΙΖ.Α., έγραφε ο σημερινός υπουργός Οικονομικών Ευκλείδης Τσακαλώτος στις 7 Σεπτεμβρίου του 2014, παρουσιάζει εξαιρετικό ενδιαφέρον και αποτελεί ενδεικτικό υπόβαθρο της εύκολης και ασφαλούς γενικής ιδεολογικής προσέγγισης.

Συγκεκριμένα, αυτός μιλούσε για το ότι έπρεπε να ενσωματωθούν στις «νέες ριζοσπαστικές ιδέες», οι πλευρές της σοσιαλδημοκρατίας, της μαρξιστικής παράδοσης και του κινήματος κατά της παγκοσμιοποίησης, λαμβάνοντας υπόψη τις σημερινές προκλήσεις, σε ένα ευρωπαϊκό τοπίο στο οποίο κυριαρχούν οι σκληρές νεοφιλελεύθερες δυνάμεις και ένα συμπαγές και αδίστακτο «Ευρωϊερατείο».

Για ποια, όμως, σοσιαλδημοκρατία μπορεί να γίνει αναφορά;

Για εκείνη, που είχαν κάνει «σημαία» τους oι Μπλερ – Σρέντερ και Σημίτης στην Ελλάδα, με πρόταγμα για εκσυγχρονισμό της ελληνικής κοινωνίας, που αποτέλεσε, τελικά, το πλαίσιο του εκφυλισμού και του πολιτικού σκανδάλου, σημειώνοντας τον οριστικό ιδεολογικό «ενταφιασμό» της; Είχε, βέβαια, προηγηθεί η προσφορά του χώρου αυτού στο ευρωπαϊκό γίγνεσθαι μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και ψήγματα αυτής της αντίληψης και στην Ελλάδα κατά την δεκαετία του 1980, με κεντρικά στοιχεία τη φορολόγηση του πλούτου, την αύξηση της ζήτησης μέσω της αύξησης των μισθών και την αναδιανομή του πλούτου, σύμφωνα με τις έννοιες, που είχε εισαγάγει ο Κέυνς.

Παράλληλα, σε αυτή την αναζήτηση, ο σημερινός υπουργός Οικονομικών μιλούσε τότε για την μαρξιστική παράδοση (υπερσυσσώρευση, υποκατανάλωση, χρηματοπιστωτική κρίση κ.λπ.).

Εδώ, όμως, αρχίζουν οι δυσκολίες.

Γιατί, θεωρητικά και γενικόλογα, είναι εύκολο και συνάμα γοητευτικό, να αναφέρεσαι στην εθνικοποίηση και κοινωνικοποίηση τραπεζών και χρηματοπιστωτικού συστήματος, στις συνεταιριστικές επιχειρήσεις, την αυτοδιαχείριση και στην ενσωμάτωση νέων παραγωγικών μονάδων σε συγκεκριμένες περιοχές (απόρροια του κινήματος κατά της παγκοσμιοποίησης), στενά δεμένες με τις δυνατότητες του τόπου και του εργατικού δυναμικού, ενταγμένες, όμως, σε ένα γενικότερο πλάνο παραγωγικής ανασυγκρότησης της Χώρας.

Πρακτικά, όμως, δεν μπορεί κανείς παρά να κάνει πολύ συγκεκριμένες επισημάνσεις. Να καταγράψει και να αντιμετωπίσει, δηλαδή:

  • το παρασιτικό και κλεπτοκρατικό στοιχείο της ελληνικής οικονομικής ολιγαρχίας, με συνέπεια την απουσία εθνικής αστικής τάξης, από την ίδρυση του ελληνικού κράτους μέχρι σήμερα,
  • το χαμηλό επίπεδο του εργατικού δυναμικού,
  • τον παραγοντισμό και τον παλαιοσυνδικαλισμό,
  • την ανυπαρξία ενός εθνικού, αγροτικού προγράμματος, που θα εκμεταλλευόταν τον φυσικό πλούτο της χώρας και τη διαχρονική πελατειακή χειραγώγηση του αγροτικού κόσμου,
  • το παλαιολιθικό κομματικό κατεστημένο και τη διάχυση της διαφθοράς σε όλα τα θεσμικά επίπεδα,
  • την έλλειψη αξιοκρατίας,
  • την έλλειψη διαφάνειας στην ανάθεση δημοσίων έργων.

Εάν σε αυτές τις συνθήκες «παραγωγικής αποσύνθεσης και κοινωνικής καταστροφής», προστεθεί η επικράτηση στην Ε.Ε. ενός σκληρού δεξιού πυρήνα υπό τον Βόλφγκανγκ Σόιμπλε και με όπλο τη σύγχρονη πολιτική σκέψη, αλλά και τον ρεαλισμό, που απαιτεί η σημερινή πολύπλοκη οργάνωση της παγκόσμιας οικονομίας, τα κόμματα της ελληνικής Αριστεράς όφειλαν και θα μπορούσαν να προσφέρουν στην κυβέρνηση Κοινωνικής Σωτηρίας την πολιτική και θεωρητική βοήθεια για τη σωτηρία της χώρας στις σημερινές σκληρές συνθήκες, έχοντας, παράλληλα, τη στόχευση αναζήτησης πολιτικής και λύσεων, που θα έδιναν «οξυγόνο» και ελπίδα στον ελληνικό λαό.

Το «πέρασμα», που διατυπώνει «εργαλειακά» και δογματικά το Κ.Κ.Ε. από τον καπιταλισμό στην κοινωνία των εργαζομένων και η «ως δια μαγείας» λύση και των πιο σύνθετων οικονομικών δεδομένων (με τις αλληλοεξαρτήσεις, κυρίως από τις κεντρικές τράπεζες, να προκαλούν μόνιμη ασφυξία), αλλά και οι απόψεις συνιστωσών του ΣΥ.ΡΙΖ.Α. για άμεση ρήξη με τους δανειστές και έξοδο από την Ε.Ε., δεν μπορούν να αποτελούν, στη βάση των παραπάνω, «σοβαρό» υλικό για διάλογο, που φιλοδοξεί να ξεφύγει από το ηθικό σκέλος και, με τρόπο άμεσο και πρακτικό, να δώσει εδώ και τώρα λύσεις.

Αντικειμενικά, ο πολιτικός ρεαλισμός της κυβερνώσας Αριστεράς από την κυβέρνηση Κοινωνικής Σωτηρίας, πιθανόν να αποτελεί την πολιτική ουσία του σήμερα, που οφείλει να διερευνήσει ο ΣΥ.ΡΙΖ.Α. και οι συνεργαζόμενες με αυτόν πολιτικές δυνάμεις, όπως, για παράδειγμα, το «ΠΡΑΤΤΩ», δίνοντας σ’ αυτόν το «χρώμα» που του πρέπει: Αυτό του βαθιά κόκκινου, αλλά και του πολύχρωμου, μιας και θα «δανείζεται» εμπειρίες και γνώση από τη σημερινή σκληρή πραγματικότητα για την πατρίδα και τον λαό μας.

ΤΟ ΑΡΘΡΟ ΔΗΜΟΣΙΕΥΤΗΚΕ ΣΤΗΝ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΤΩΝ ΤΡΙΚΑΛΩΝ “ΕΡΕΥΝΑ”  

 

ΓΕΩΡΓΙΟΣ Χ. ΠΑΠΑΣΙΜΟΣ

Δικηγόρος Παρ’ Αρείω Πάγω

Φιλοτίου 2-4, Αθήνα, Τ.Κ. 11362, Τηλ.: 210.8237.140, 6972.924356

Fax: 210.8218.633, e-mail: g.papasimos@yahoo.com

 

 

Κοινοποίηση Άρθρου σε Share on FacebookTweet about this on Twitter

No Replies to "Οι αριστερές «ιδεοληψίες» και ο ρεαλισμός της κυβερνώσας Αριστεράς"

    Leave a reply

    Your email address will not be published.